κάραβον

κάραβον
κ̱άραβον , κάραβος
horned
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Καλλιμέδων — (4ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ρήτορας. Ήταν γνωστός με το όνομα Κάραβον, εξαιτίας της προτίμησής του για τις καραβίδες. Ήταν αρχηγός της φιλομακεδονικής μερίδας και αντίπαλος του Δημοσθένη. Στην εξέγερση που εκδηλώθηκε μετά τον θάνατο του Μεγάλου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”